- Μεσσαπίους
- Μεσσάπιοςmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μεσσαπικός — ή, ό [Μεσσαπία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Μεσσαπία, χώρα τής αρχαίας Μεγάλης Ελλάδας, δηλαδή τής Κάτω Ιταλίας, ή στους Μεσσαπίους («μεσσαπική διάλεκτος») … Dictionary of Greek
Άπουλοι — Αρχαίοι κάτοικοι της σημερινής ιταλικής περιοχής Απουλίας, οι οποίοι, κατά την παράδοση, όπως αυτή αναφέρεται από Έλληνες και Ρωμαίους ιστορικούς (Εκαταίος, Πλίνιος κ.ά.), είχαν μεταναστεύσει εκεί από την ανατολική ακτή της Αδριατικής περίπου το… … Dictionary of Greek
ιταλικοί λαοί — Ονομασία του συνόλου του πληθυσμού της προρωμαϊκής Ιταλίας, που διέφερε στην καταγωγή, στη φυλή και στη γλώσσα από τους Λίγυρες, τους Σικανούς, τους Eτρούσκους και τους Έλληνες αποίκους. Οι νεότερες επιστημονικές υποθέσεις καταλήγουν στο… … Dictionary of Greek